ΑΡΧΕΙΟ ΣΤΙΧΩΝ

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

ΚΡΗΤΙΚΕΣ ΜΑΝΤΙΝΑΔΕΣ "Ν..."

 

 

Να ‘χα τη χάρη τω πουλιώ να ρθώ να ιδώ ήντα κάνεις,
εσύ που ελπίδες και χαρές μεσ’ στη ζωή μου βάνεις.

Να ΄μουν γεράκι στα Σφακιά κι αητός στον Ψηλορείτη,
να καμαρώνω από ψηλά τσοι λεβεντιές σου Κρήτη.

Να ‘μουνε ήντα να ‘μουνε τον Αύγουστο μουλάρι,
ούλο τον χρόνο πετεινός και κάτης τον Γενάρη.

Να ‘ναι οι μέρες γιοτρινές ουλοχρονίς για σένα,
κι ως τα βαθιά γεράματα να ζεις ευτυχισμένα.

Να ‘σουν καρδιά μου γειτονιά και σκέψη μου περβόλι,
να βάνω τη παρέα μου καθημερνή και σκόλη.

Να ‘ταν η θάλασσα κρασί και τα καράβια κούπες,
και τ’ άρμπουρα τω καραβιώ τηγανισμένες βούπες.

Να ‘χαμε αρνιά να σφάζαμε και ρούχα να φορούμε,
δουλειά να μην εκάναμε παρά να τραγουδούμε.

Να γράψω θέλει γράμματα με πέτρα σ' άλλη πέτρα,
τρόπο να βρώ να σμίξωμε τ' αμάτι μου εξεπέτα.

Να ζήσει η νύφη κι ο γαμπρός χωρίς καϋμό και βάρος,
ο πεθερός κι η πεθερά οι φίλοι κι ο κουμπάρος.

Να κάμω θέλω ταραχή σα το κακό Γενάρη,
να ρίξω χιόνια και νερά άλλος να μη σε πάρει.

Να κάμω θέλω κοπελιά το Χριστιανού τ’ αντέτι,
να σου φιλήσω το σταυρό απού φορείς στο μπέτη.

Να κάτεχα η μοίρα μου που κατοικεί που μένει,
να πήγαινα να τσή 'λεγα να μη με αποπέρνει.

Να 'μουν γεράκι στα Σφακιά αητός στον Ψηλορείτη,
αγρίμι εις τη Σαμαριά να σε χοτραίνω Κρήτη.

Να 'μουν νερό ταρόλιθου μπρος μου να γονατίσει,
και να με πιεί στσι χούφτες τση τη δίψα τζη να σβήσει.

Να 'μουν πουλί να πέτουνα να 'μουνε ζιγαρδέλι,
να πήγαινα στσαγάπης μου την ώρα που με θέλει.

Να 'μουνε εις το Ρέθεμνος σε μια κορφή χαράκι,
γή στση μαδάρας τα βουνά αγρίμι γή γεράκι.

Να 'μουνε περτροκοτσιφός να 'μουνε σουσουράδα,
να πήγαινα στσαγάπης μου να ΄καν περασάδα.

Να 'μουνε στειροπρόβατο να ‘βγαινα στη Μαδάρα,
να ‘τρωγα πιπερόριζα να χώριζα από τ’ άλλα.

Να 'μουνε στο μπλουζάκι σου κομπί μαλαματένιο,
να σκέπαζα το στήθος σου το μαργαριταρένιο.

Να 'μουνε το χαμόγελο να 'μουνε τόνειρό σου,
τση νύχτας ο καρδιόχτυπος τση μέρας ο καημός σου.

Να 'ν' η ζωή σας αργαλειός μόνο χαρές να 'φαίνει,
ο γεις να 'ναι το πέταλο κι ο άλλος να 'ν' το χτένι.

Να 'σουν στο κάμπο λεμονιά και ‘γω στα όρη χιόνι,
να λιώνω να ποτίζουνται οι δροσεροί σου κλώνοι.

Να τον διαλέγεις το μεζέ και να γλεντάς το χρόνο,
εις τα παλιά παπούτσια σου γράφε καημό και πόνο.

Να 'χα γυαλένια κάμερα κλειδί μαλαματένιο,
να κλείσω τη παρέα μας για δε τηνέ χορταίνω.

Να 'χα κρασί τριώ χρονώ κι ένα κομάτι κρέας,
να τραγουδώ ως το πρωί για χάρη τση παρέας.

Να 'χα Λουσακιαμό κρασί να πιώ και να μεθύσω,
το πόνο που ΄χω στη καρδιά μες στο κρασί να σβήσω.

Να 'χα τη θάλασσα κρασί και τα καράβια κούπα,
και τα βουνά χλωρό τυρί και την αγάπη απού 'χα.

Να 'χα τη χάρη των πουλιώ να πέταγα κοντά σας,
να καμαρώνω από ψηλά τη τόση λεβεντιά σας.

Να 'χα το νου του Σολωμού και του Δαβίδ τη γνώση,
να σας σε λέω παινέματα παινέματα ώστε να ξημερώσει.

Να χαμηλώναν τα βουνά θε μου χαμήλωνέ τα,
νά 'βλεπα τη παρέα μου κι ύστερα ψήλωνέ τα.

Νάταν η πλάση από γυαλί να θώρουνα που πχαίνει,
η μερακλίδικη ψυχή απ’ το κορμί σα βγαίνει.

Νάχα τη χάρη τω πουλιώ να πέταγα κοντά σας,
να καμαρώνω να θωρώ τη τόση λεβεντιά σας.

Νερό θα γίνω να με πιείς στη κάψα τ' Αλωνάρη,
και τζάκι να ζεσταίνεσαι στα κρύα του Γενάρη.

Νοικοκυροί και φρόνιμοι δεν ζούν στον Ψηλορείτη,
οι κουζουλοί την κάμανε αθάνατη τη Κρήτη.

Νύφη νεράιδα του γιαλού κατάλευκη γαρδένια,
ούλοι σε καμαρώνουνε μέσα στα μεταξένια.

Νύφη νεράιδα του γιαλού τσιγγάνα με τσι μοίρες,
την τύχη σου την έσιαξες με τον γαμπρό που πήρες.

Νύχτα με τς ώρες δεκατρείς μόνο τση τρείς κοιμούμαι,
και τς άλλες είμαι ξυπνητός τση συντροφιάς θυμούμαι.

Νύχτα σκοτίδι κιέβρεχε και γω νυχτοπορπάτου,
και φέγγανέ μου οι γιαστραπές χάμω στη γη κι επάτου.