ΑΡΧΕΙΟ ΣΤΙΧΩΝ

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

ΠΑΥΛΕ ΡΑΚΟΦΤΣΕΤΟ (ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ ΡΑΚΟΒΙΤΗ)

Τραγούδι ιστορικό με προέλευση από το Κρατερό (Ράκοβο) Φλώρινας στη Μακεδονία. Το τραγούδι είναι στο τοπικό γλωσσικό ιδίωμα και αναφέρεται στον ήρωα οπλαρχηγό γηγενή Μακεδονομάχο Παύλο Ρακοβίτη. Εξιστορεί μια ενέδρα που στήσανε οι κομιτατζήδες στον καπετάν-Παύλο και από την οποία κατάφερε να ξεφυγεί. Ο ρυθμός του κομματιού είναι 7/8 (3-2-2).
Ο Παύλος Ρακοβίτης αρχικά συνεργάστηκε με τον Ευθύμιο Καούδη το 1905, με το σώμα του οποίου, έδρασε στην περιοχή του Περιστερίου. Συγκρούστηκε δύο φορές με Βούλγαρους κομιτατζήδες στο Κρατερό. Στη συνέχεια εντάχθηκε στο σώμα του Γεώργιου Δικώνυμου Μακρή, ως υπαρχηγός. Το 1906 ο Γ. Μακρής τραυματίστηκε σοβαρά σε μάχη με Οθωμανούς στο Μεγάροβο Πελαγονίας. Έτσι ο Παύλος Ρακοβίτης ανέλαβε την αρχηγία του σώματος, καθώς κρίθηκε ο πιο άξιος να αντικαταστήσει τον Κρητικό αξιωματικό. Ως οπλαρχηγός έδρασε σε όλη την περιοχή της Φλώρινας, στα Κορέστια και στην Πελαγονία. Συνεργάστηκε επίσης με τον Γεώργιο Τσόντο (καπετάν Βάρδα) και τον Ιωάννη Καραβίτη σε διάφορες επιχειρήσεις αλλά και στη στρατολόγηση νέων εθελοντών από την περιοχή.
Στις 8 Οκτωβρίου του 1907, δολοφονήθηκε στο Κρατερό ο πατέρας του Ηλίας από τις βουλγάρικες ομάδες των Τράικο, Άτσεφ, Τζόλε και Λεόντεφ, οι οποίοι είχαν επιτεθεί στο χωριό τη στιγμή που οι περισσότεροι άντρες έλλειπαν στην αγορά του Μοναστηρίου και αφού έκαψαν 70 σπίτια, δολοφόνησαν 3 γέροντες. Στις 4 Οκτωβρίου του 1908 δολοφονήθηκε μέσα στο χωριό του από Οθωμανικό απόσπασμα κατ’ εντολή των Νεότουρκων και αφού είχε δοθεί αμνηστία.
Το 1960 στήθηκε προτομή του Παύλου Ρακοβίτη στο χωριό του στο Κρατερό Φλώρινας. Το 1999, στο Κρατερό ιδρύθηκε ο Φιλεκπαιδευτικός, Φυσιολατρικός και εξωραϊστικός σύλλογος Κρατερού «Παύλος Ρακοβίτης».

 

 

Σο μοι στάναλ Παύλε Παύλε Ρακόφτσετο
σο μοι στάναλ Παύλε Παύλε Ρακόφτσετο,
Παύλε Παύλε Ρακόφτσετο
μωρέ Παύλε Παύλε γιουννάτσετο.

------

Μοι κινήσαλ Παύλε βο σέλο Μπούκοβο
μοι κινήσαλ Παύλε βο σέλο Μπούκοβο,
βο σέλο Μπούκοβο να γκόστιν κάνετ.

------

Μοι στί(γγ)ναλ Παύλε βο σέλο Μπούκοβο
μοι στί(γγ)ναλ Παύλε βο σέλο Μπούκοβο,
βο σέλο Μπούκοβο να κόινα κάτσεν
να κόινα κάτσεν στρέδε σρετ σέλοτο.

------

Μοι βίσολ Παύλε κράι βο σέλοτο
μοι βίσολ Παύλε κράι βο σέλοτο,
κράι βο σέλοτο μλάδι νεβέστι
μλάδι νεβέστι φούρνα γκορέλε.

------

Μοι οπίταλ Παύλε μλάδι νεβέστι
μοι οπίταλ Παύλε μλάδι νεβέστι,
μλάδι νεβέστι ζόστο βίε φούρνα γκόριτε;
Άλι λεπ κε πέτσητε άλι μέσο κε πέτσητε;
νίτου μέσο νίτου λεπ κε πέτσιμε,
άμα τούκα Παύλε Παύλε Ρακόφτσετο
ζηφ κε γο πέτσημε.

------

Μοι σε κάτσηλ Παύλε να τσέσνα τραπέζα
μοι σε κάτσηλ Παύλε να τσέσνα τραπέζα,
να τσεσνα τραπέζα ράκα ντα μοι μάγγνει
ράκα ντα μοι μάγγνει σο λάβνοι λούγε.

------

Ράκα μάγγνει σο λέβατα σο ντέσνατα πίστολο γο ντάρζει.
Οτσέκαητε λούγιε ζα ντβα μινούτι,
ζα ντβα μινούτι πακ νάζατ κε σε βράταμ
πακ νάζατ κε σε βράταμ μπάξις γκόλεμ κε βι ντόισαμ.

------

Σλέγκβα Παύλε βο σκάλατα βιάνα κόινο
βο Ράκοβο σε νάιδε.

 

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ:

Τι του συνέβη του Παύλου του Παύλου Ρακοβίτη,
του Παύλου του Παύλου του παλικαριού.

Ξεκίνησε ο Παύλος να πάει στο χωριό Μπούκοβο,
στο χωριό Μπούκοβο καλεσμένος σε τραπέζι.

Έφτασε ο Παύλος στο χωριό Μπούκοβο,
στο χωριό Μπούκοβο καβάλα στ’ άλογο
καβάλα στ’ άλογο στη μέση της πλατείας.

Είδε ο Παύλος στην άκρη του χωριού,
στην άκρη του χωριού νεαρές νύφες
νεαρές νύφες φούρνο να πυρώνουν.

Ρώτησε ο Παύλος τις νεαρές νύφες,
- Νεαρές νύφες γιατί εσείς το φούρνο πυρώνετε;
Ψωμί θα ψήσετε ή κρέας θα ψήσετε;

- Ούτε ψωμί ούτε κρέας θα ψήσουμε,
παρά εδώ τον Παύλο Παύλο Ρακοβίτη
ζωντανό θα ψήσουμε.

Ανέβηκε ο Παύλος στο γιορτινό τραπέζι,
στο γιορτινό τραπέζι χειραψία να κάνει
χειραψία να κάνει με σπουδαίους ανθρώπους.

Χειραψία κάνει με το αριστερό
με το δεξί πιστόλι κρατάει,
με το αριστερό κάνει χειραψία
με το αριστερό κρατάει το πιστόλι.

Περιμένετε άνθρωποι για ένα λεπτό,
για ένα λεπτό πάλι πίσω θα γυρίσω
πάλι πίσω θα γυρίσω και μεγάλο δώρο θα σας φέρω.

Κατέβηκε ο Παύλος από την σκάλα,
καβάλησε το άλογό του και στο Ράκοβο βρέθηκε.