ΑΡΧΕΙΟ ΣΤΙΧΩΝ

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

ΚΡΗΤΙΚΕΣ ΜΑΝΤΙΝΑΔΕΣ "Ω..."

 

 

Ω κακομαθημένη μου το νού μου κουμαντέρνεις,
ούλες τσ’ αυγής τσι μυρωδιές κοντά μου ‘σύ τσι φέρνεις.

Ω την παντέρμη τη ζωή είντα λογής γυρίζει,
το βράδυ να 'ν' αστροφεγγιά τ' αϋτέρου να χιονίζει.

Ω το παντέρμο το κρασί δουλειές τσι ξετελεύγει,
που στο βαρέλι δε μιλεί κι όποιος το πιει θεριεύγει.

Ως Αναστήθηκ' ο Χριστός του ζήτηξα χατήρι,
να σου 'χει πάντα τη χαρά μόνιμο μουσαφίρη.

Ως είν’ η σπίθα λαμπερή στη χόβολη χωσμένη,
ετσά ‘ναι κι η –γ-αγάπη μου κρυφή μα μπιστεμένη.

Ως ειν’ ο δρυς ο γέρο δρυς με τσι μεγάλους κλώνους,
εύχομαι στον εορταστή ευτυχισμένους χρόνους.

Ως καρτερούνε τα πουλιά τον καθαρό αέρα,
ετσά σας περιμέναμε πιτήδεια μου παρέα.

Ως κι να γεράσει ο μερακλής με το χρυσάφι μοιάζει,
ως κι αν παλι'ωσει ο χρυσός ποτές του δε σκουριάζει.

Ως λαγονεύγου τσι χοχλιούς τη νύχτα με το λύχνο,
ετσά γυρεύγω τσι χαρές μα μουδέ μια δε βρίστω.  

Ως τρέχει το κρυγιό νερό και μπένει στο κουτούτο,
ετσά να τρέχουν τα καλά στ’ αντρόγυνο ετούτο.

Ως τρέχει το κρυγιό νερό και μπένει στο κουτούτο,
ετσά να τρέχουν τα καλά στ’ αρχοντικό ετούτο.

Ωσά τα μάτια μ’ αγαπώ αυτούς που με μισούνε,
σκεφτείτε πόσο αγαπώ αυτούς που μ’ αγαπούνε.

Ωσά το έρημο πουλί είν' ο κατατρεγμένος,
ανήμπορος ο άρωστος και παραπονεμένος.

Ωσά το έρημο πουλί έμεινα πάλι μόνος,
κι αντί να κλαίω τραγουδώ να μου περνά ο πόνος.

Ώστε να βγαίνει να χτυπά ήλιος στον Ψηλορείτη,
θα στέκει και θα πολεμά και θα γλεντίζ’ η Κρήτη.